3766.2019 ΑΠΟΦΑΣΗ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΝΕΑ ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΑΠΟΦΑΣΗ 3766/2019
Αριθμός έκθεσης κατάθεσης αγωγής 1548/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΝΕΑ ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Κτηματολογική Δικαστή Γεωργία Γκίντζου, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από το Τριµελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Πειραιά, και από την Γραµµατέα Σπυριδούλα Βαλλιανάτου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 25 Φεβρουαρίου 2019 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) Του ……………….., κατοίκου ………….., ΑΦΜ ……….., και 2) της …………….., κατοίκου ………….., ΑΦΜ …………, για τους οποίους προκατέθεσε προτάσεις και το υπ’ αριθµ. Π……….. γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του ΔΣΑ η πληρεξούσια δικηγόρος τους Ευφροσύνη Λουκοπούλου (ΑΜ ΔΣΑ 27062) και οι οποίοι δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Του …………………….., κατοίκου …………….., ΑΦΜ ……………, για τον οποίο προκατέθεσε προτάσεις και το υπ’ αριθμ. Α………… γραμµάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του ΔΣΠ ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Κωνσταντίνος Σαμαράκης (ΑΜ ΔΣΑ 15442) και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, 2) της …………………, κατοίκου …………, ΑΦΜ ……………., 3) της ……………, κατοίκου ………….., ΑΦΜ …………., για τις οποίες προκατέθεσε προτάσεις και το υπ’ αριθμ. Α…………… γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του ΔΣΠ ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους Σπυρίδων Κοκκαλιάρης (ΑΜ ΔΣΠ 2621) και δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο, και 4) της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία ……………………., με αρ. ΓΕΜΗ ……….., ΑΦΜ ………….., που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις και το υπ, αριθμ. Α…………….. γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του ΔΣΠ ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Κωνσταντίνος Κουτσουλέλος (ΑΜ ΔΣΑ 12191) και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
Οι ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 28-3-2018 με ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../28-3-2018 αγωγή τους, η συζήτηση της οποίας προσδιορίσθηκε με την από 25-9-2018 πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συµβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 28-3-2018 αγωγή τους, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου …………., επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στους εναγόμενους και αφού επακολούθησε η κατάθεση εγγράφων προτάσεων, αποδεικτικών μέσων, διαδικαστικά εγγράφων, αποδεικτικών επίδοσης (βλ. τις υπ, αριθμ. …………., …………… και …………….. εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιώς Κωνσταντίνου Μπελογιάννη και την υπ' αριθμ. 11983Β/25-4-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείου Ηρακλείου Κρήτης Άγγελου Μακρά) και δικαστικών πληρεξουσίων (βλ. τις από 4-7-2018 εξουσιοδοτήσεις των εναγόντων προς την δικηγόρο Ευφροσύνη Λουκοπούλου, την από 3-7-2018 εξουσιοδότηση του πρώτου εναγομένου προς τον δικηγόρο Κωνσταντίνο Σαμαράκη, τις από 2-7-2018 εξουσιοδοτήσεις της δεύτερης και της τρίτης των εναγομένων προς τον δικηγόρο Σπυρίδωνα Κοκκαλιάρη, που φέρουν άπασες βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής των εξουσιοδοτούντων, και το υπ' αριθμ. ……………… πληρεξούσιο της συμβολαιογράφου Αθηνών Αικατερίνης Μαυρουδή για λογαριασμό της τέταρτης εναγοµένης), εντός των νομίμων προθεσμιών (άρθρο 237 ΚΠολΔ), στη συνέχεια η υπόθεση προσδιορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Πειραιά, με την από …………. πράξη του, για να συζητηθεί κατά τη δικάσιµο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και ενεγράφη στο πινάκιο.
Ι. Στο άρθρο 6 παρ. 8 του Ν. 2664/1998, το οποίο προστέθηκε με το ν. 3127/2003 και τροποποιήθηκε με το Ν. 4164/2013 ορίζεται: «Με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στο άρθρο 20, εκείνος που καταχωρήθηκε στις πρώτες εγγραφές ως δικαιούχος εγγραπτέου δικαιώματος μπορεί να ζητήσει με αίτησή του, η οποία υποβάλλεται ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή τη διόρθωση στοιχείων της πρώτης εγγραφής, περιγραφικών και γεωμετρικών, τα οποία δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρµογής του άρθρου 20α. Με την αίτηση αυτή δεν επιτρέπεται, επί ποινή απαραδέκτου, να τίθενται υπό αμφισβήτηση τα δικαιώματα συνδικαιούχων, τα όρια όμορων ακινήτων ή τα δικαιώματα τρίτων προσώπων επ’ αυτών. Εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την κατάθεσή της και επί ποινή απαραδέκτου, η αίτηση καταχωρίζεται στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου. Ο Κτηματολογικός Δικαστής δικάζει κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας ....». Πριν την τροποποίηση με το Ν. 4164/2013 η εν λόγω διάταξη αναφερόταν «στη διόρθωση του καταχωρηθέντος εμβαδού του ακινήτου ή άλλων στοιχείων της πρώτης εγγραφής». Παρά ταύτα, πρακτικές ανάγκες επέβαλαν στη νοµολογία να ερμηνεύσει διασταλτικά την εν λόγω διάταξη σε συνδυασμό με το άρθρο 18 του Ν. 2664/1998, που αφορά τα πρόδηλα σφάλματα, ώστε να συμπεριλάβει και άλλα πλην του εμβαδού, εσφαλμένα καταχωρηθέντα στοιχεία των πρώτων εγγραφών, όπως το είδος της διαιρετής ιδιοκτησίας (πχ από οριζόντια επί καθέτου σε απλή κάθετη ή απλή οριζόντια), το ποσοστό συγκυριότητας επί του γεωτεμαχίου που αναλογεί σε κάθε διηρημένη ιδιοκτησία, τον αριθµό ορόφου, την ύπαρξη ή μη παρακολουθήματος, την αιτία και τον τίτλο κτήσης, το είδος του εμπράγματου δικαιώµατος (ψιλή ή πλήρης κυριότητα), τα στοιχεία ταυτότητας των δικαιούχων, τη διεύθυνση του ακινήτου κλπ. Την εν λόγω αίτηση, η οποία εκδικάζεται κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας, νοµιμοποιείται να εγείρει αυτός που έχει καταχωριστεί στις πρώτες εγγραφές ως δικαιούχος εγγραπτέου δικαιώματος (ΕφΑθ 2005/2011 Νόμος), αν και έχει διατυπωθεί η άποψη ότι νομιμοποιείται και ο έχων έννομο συμφέρον, όπως ο καθολικός διάδοχος ή ειδικός διάδοχος του καταχωρημένου στις πρώτες εγγραφές ως δικαιούχου, άποψη που βρίσκει έρεισμα στη διάταξη του άρθρου 18 για τα πρόδηλα σφάλματα. Μόνος περιορισμός που τίθεται στη διόρθωση των εσφαλμένων καταχωρίσεων των πρώτων εγγραφών με την εν λόγω διαδικασία είναι να μην αμφισβητούνται, κατά ρητή διάταξη του ως άνω άρθρου, τα δικαιώματα συνδικαιούχων, τα όρια όμορων ακινήτων ή τα δικαιώματα τρίτων προσώπων επ’ αυτών. Αφ’ ης στιγμής, όμως, η εν λόγω διάταξη ερμηνεύθηκε, όπως ειπώθηκε ανωτέρω, διασταλτικά, για να συμπεριλάβει και άλλα στοιχεία πλην του εμβαδού, αναλόγως πρέπει να ερμηνευθεί και ο ως άνω περιορισμός, ώστε να συμπεριλάβει κάθε δικαίωμα τρίτου που ενδέχεται να επηρεαστεί από την αιτούμενη διόρθωση και να µην επιτρέπεται τοιαύτη (διόρθωση), εάν ο τρίτος δεν συμμετέχει στη δίκη (ΜΕφΑθ 3321/2017, ΜΕφΚερκ 149/2017, δημ. σε Νόμος, Γ. Μαγουλάς, Κτηματολογικές Εγγραφές, έκδοση 2008, σελ. 111 επ.), με την έννοια ότι θα πρέπει να ασκείται κοινή αίτηση (ΜΕφΑθ 3321/2017 Νόμος). Εάν τέτοια κοινή αίτηση δεν υπάρχει, τότε ο μόνος τρόπος να διορθωθεί κτηματολογική εγγραφή που Θίγει δικαιώματα τρίτων είναι να ασκηθεί η αγωγή του άρθρου 6 παρ. 2 του Ν. 2664/1998.
ΙΙ. Περαιτέρω, κάθετη ιδιοκτησία ή συνιδιοκτησία, που ρυθμίζεται από τις διατάξεις του ν.δ/τος 1024/1971, από τα άρθρα 25-26 του ν.δ/τος 1003/1971, συμπληρωματικά εφαρμοζόμενων των διατάξεων των άρθρων 1002, 1117 ΑΚ και του Ν. 3741/1929, είναι η χωριστή κυριότητα σε ένα από τα περισσότερα αυτοτελή οικοδομήματα (ή μέρος αυτών) που έχουν ανεγερθεί ή μέλλουν να ανεγερθούν σε ένα ενιαίο οικόπεδο, αλλά σε ορισμένα για κάθε συνιδιοκτήτη τμήματα του κοινού οικοπέδου, κύρια δε χαρακτηριστικά αυτής είναι η αποκλειστική κυριότητα σε ένα από τα δύο τουλάχιστον αυτοτελή οικοδομήματα (ή µέρους) αυτού και η αναγκαστική συνιδιοκτησία, κατ' ανάλογη ιδανική μερίδα, στο ενιαίο οικόπεδο και στους λοιπούς κοινόκτητους χώρους. Εξάλλου, από τα άρθρα 953, 954, 1001, 1002, 1117, 1033, 1194, 1198 ΑΚ, σε συνδυασμό μετά άρθρο 2, 3, 5 έως 7, 10, 13 και 14 του Ν. 3741/1929 και 2 ν.δ/τος 1024/1971, συνάγεται ότι σύσταση ή µεταβίβαση διηρημένης (χωριστής) κυριότητας και επί αυτοτελών οικοδομημάτων, ανεγειρόμενων σε ενιαίο οικόπεδο (κάθετη ιδιοκτησία) ως και επί ορόφων ή μερών των οικοδομημάτων αυτών (οριζόντια ιδιοκτησία), μπορεί να γίνει μόνο με ρητή σύμβαση του κυρίου ή των κυρίων του όλου ακινήτου, για την οποία δεν απαιτείται χρήση πανηγυρικών εκφράσεων, περιβαλλόµενη τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και υποκείμενη σε μεταγραφή ή με διάταξη τελευταίας βούλησης. Όπως, άλλωστε, η σύσταση, έτσι και η τροποποίηση αυτής απαιτεί τη συμφωνία όλων των συνιδιοκτητών του κοινού ακινήτου, χωρίς να αποκλείεται οι λοιποί να χορηγήσουν πληρεξουσιότητα στον ένα από αυτούς να προβεί με αυτοσύμβαση στη σχετική τροποποίηση. Από δε τις διατάξεις των άρθρων 1002, 1117 του ΑΚ, 1, 2 παρ, 1, 4 παρ. 1, 5, 7 και 13 του ν. 3741/1929, οι οποίες, όπως προαναφέρθηκε, ισχύουν και επί κάθετης συνιδιοκτησίας, σαφώς συνάγεται ότι ο προσδιορισμός των κοινόκτητων και κοινόχρηστων μερών, ήτοι αυτών που χρησιμεύουν σε κοινή χρήση από όλους τους συνιδιοκτήτες, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται, κατά την ενδεικτική στις διατάξεις αυτές απαρίθμηση, το έδαφος, οι αυλές, οι πρωτότοιχοι, η στέγη κλπ, γίνεται είτε με τη συστατική της οροφοκτησίας δικαιοπραξία, είτε με ιδιαίτερες συμφωνίες μεταξύ όλων των συνιδιοκτητών, οι οποίες περιβάλλονται τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και υποβάλλονται σε μεταγραφή (ΑΠ 735/2012 Νόμος). Αυτονοήτως, αποκλειστικά στην πράξη σύστασης οροφοκτησίας προβλέπεται και καθορίζεται το ποια µέρη απαρτίζουν την οικοδομή και θα υπαχθούν στο σύστημα της κατ' ορόφους ιδιοκτησίας, συνεπώς εάν κάποιος χώρος δεν προβλέπεται ότι θα αποτελέσει αυτοτελή και διηρημένη ιδιοκτησία, ανήκουσα ή μέλλουσα να περιέλθει σε ορισμένο πρόσωπο, τότε αυτός θα ανήκει στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα µέρη της οικοδομής και περιέρχεται κατά συγκυριότητα σε όλους κατά το λόγο της εξ αδιαιρέτου μερίδας εκάστου (ΟλΑΠ 22/2001). Περαιτέρω, δεν δύναται να αποκτηθεί κυριότητα με χρησικτησία σε τµήμα ή όροφο της όλης οικοδομής και αν το τμήμα αυτό είναι αυτοτελές και προορισμένο για αυτοτελή χρήση και εκμετάλλευση, εάν τούτο δεν αποτελεί νομίμως συσταθείσα οριζόντια ιδιοκτησία (ΑΠ 25/2019 Νόμος), προσέτι οι γενικές διατάξεις του ΑΚ, που προβλέπουν τη σύσταση με χρησικτησία και την κατάργηση με αχρησία των δουλειών, δεν μπορούν να εφαρμοστούν ευθέως ή κατ' αναλογία και για τη σύσταση ή την κατάργηση των ως άνω περιορισμών, πολύ περισσότερο δεν μπορούν να τύχουν εφαρμογής για την κατάργηση του ορισθέντα με τη συστατική πράξη κοινόκτητου και κοινόχρηστου χαρακτήρα συγκεκριµένων μερών της οικοδομής. Ειδικότερα, ουδείς ιδιοκτήτης οριζόντιας ιδιοκτησίας μπορεί με χρησικτησία να αποκτήσει δικαίωμα αποκλειστικής ή μεγαλύτερης από τη μερίδα του χρήσης στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη, ούτε να απωλέσει με αχρησία το δικαίωμα συμμετοχής του στην κοινή χρήση τούτων. Τα ανωτέρω εναρμονίζονται προς την ιδιαιτερότητα του θεσµού της κατ’ ορόφους ιδιοκτησίας και, προ παντός, εξυπηρετούν την ανάγκη δημιουργίας κατάστασης σταθερότητας και ασφάλειας, σε σχέση προς τα δικαιώματα και το περιεχόμενο αυτών, των ιδιοκτητών οριζόντιων ιδιοκτησιών στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα µέρη της κατ’ ορόφους ιδιοκτησίας (ΑΠ 746/2018 Νόμος). Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 8 παρ. 1 του άνω ν. 3741/1929, η οποία ορίζει ότι «το δικαίωμα επέκτασης της οικοδομής είτε προς τα άνω δια προσθήκης νέου ορόφου, είτε προς τα κάτω δι’ ανορύξεως υπογείου, ανήκει σε όλους τους συνιδιοκτήτες του εδάφους, οι οποίοι μπορούν κατόπιν κοινής αυτών έγγραφης συμφωνίας να προβούν στην εκτέλεση των ανωτέρω εργασιών», προκύπτει, ότι, για την άσκηση του δικαιώματος επέκτασης της οικοδοµής προς τα άνω ή προς τα κάτω ή, μετά την ισχύ του Ν. 1024/1971, και προς τα πλάγια, με την προσθήκη νέου κτίσματος δίπλα στην υφιστάμενη οικοδομή, το οποίο ανήκει σε όλους τους συνιδιοκτήτες του εδάφους της οικοδομής, απαιτείται η κατάρτιση μεταξύ αυτών έγγραφης συμφωνίας, η οποία θα πρέπει να περιβληθεί τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και να υποβληθεί σε μεταγραφή (ΑΠ 443/2011 Νόμος). Ειδικότερα, το δικαίωμα της επέκτασης της οικοδομής δεν είναι αυτοτελές και ιδιαίτερο, αλλά παρεπόμενο του δικαιώματος της αναγκαίας συγκυριότητας των συνιδιοκτητών και ανήκει από κοινού σε όλους τους συνιδιοκτήτες κατά ποσοστό αντίστοιχο προς το ποσοστό της αναγκαίας συγκυριότητας τους στο οικόπεδο της οικοδομής, δεν μπορεί, δε, να ανήκει σε τρίτο μη ιδιοκτήτη ορόφου ή χωριστού τµήματος της οικοδομής, αλλά στα πλαίσια της γενικής αρχής της ελευθερίας των συμβάσεων, που κρατεί στο ιδιωτικό δίκαιο, με τη συστατική πράξη της οριζόντιας ιδιοκτησίας μπορεί να επιφυλαχθεί υπέρ ενός ή και περισσοτέρων συνιδιοκτητών, είτε με παρακράτηση ιδιαίτερου ποσοστού αναγκαίας συγκυριότητας στο οικόπεδο, είτε χωρίς τέτοια παρακράτηση, οπότε, στην τελευταία αυτή περίπτωση, δεν μεταβάλλει το ποσοστό της εξ αδιαιρέτου συγκυριότητας στο οικόπεδο των ιδιοκτητών χωριστής κυριότητας, οι οποίοι αποκλείστηκαν (δεν έχουν) απ' αυτό και εξυπηρετείται αποκλειστικά από το αντίστοιχο ποσοστό αναγκαίας συγκυριότητας στο οικόπεδο των συνιδιοκτητών στους οποίους ανήκει (ΑΠ 135/2009 Νόμος). Εξάλλου, από τις ίδιες διατάξεις του Ν. 3741/1929, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 1094, 1113, 1117 του ΑΚ, προκύπτει ότι ο ιδιοκτήτης διηρημένης ιδιοκτησίας, ο οποίος έχει αναγκαστική συγκυριότητα στα κοινά και αδιαίρετα µέρη του όλου ακινήτου, όπως είναι και το έδαφος, όταν προσβάλλεται το δικαίωμα συγκυριότητάς του σε αυτά με αφαίρεση της συννομής του από τρίτο ή από άλλο συγκύριο, έχει κατ' αυτού την κατά το άρθρο 1094 διεκδικητική ακινήτου αγωγή, κατά το ποσοστό της μερίδας του (ΑΠ 443/2011 Νόμος), ή εάν προσβάλλεται κατά άλλο τρόπο την αρνητική αγωγή.